Η επίτροπος Αλιείας και Θαλάσσιας Πολιτικής Μαρία Δαμανάκη εξέφρασε την ικανοποίησή της για τη σημερινή τελική ψηφοφορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη στήριξη της νέας αναθεωρημένης Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία είχε ξεκινήσει τον Ιούλιο του 2011.
Με τη σημερινή θετική ψήφο η μεταρρύθμιση της ΚΑΠ εγκρίθηκε πλέον επίσημα και θα αρχίσει να εφαρμόζεται στην ΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2014. Στόχος της νέας ΚΑΠ είναι να στηρίξει τις παράκτιες κοινότητες σε όλη την Ευρώπη με τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για έναν βιώσιμο, από οικονομική και περιβαλλοντική άποψη, ευρωπαϊκό αλιευτικό στόλο. Επιδιώκει επίσης να διασφαλίσει τη βιώσιμη διαχείριση των πόρων, μεγιστοποιώντας παράλληλα τα αλιεύματα για τους αλιείς.
Για την επίτευξη του φιλόδοξου αυτού διττού στόχου, θα εγκαταλειφθεί σταδιακά η σπάταλη πρακτική των απορρίψεων, με συγκεκριμένες υποχρεώσεις και προθεσμίες, ώστε να μπορέσουν οι αλιείς να προσαρμοστούν. Μέρος της νέας πολιτικής είναι επίσης η προώθηση της βιώσιμης υδατοκαλλιέργειας.
Η επίτροπος Δαμανάκη δήλωσε σχετικά: “Μετά τη σημερινή θετική ψήφο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαθέτουμε πλέον μια πολιτική που αλλάζει ριζικά την αλιεία μας και ανοίγει νέους ορίζοντες για ένα βιώσιμο μέλλον τόσο για τους αλιείς μας όσο και για τους φυσικούς μας πόρους.
Είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων απέναντι τόσο στο Κοινοβούλιο όσο και στο Συμβούλιο για τη δέσμευση και το όραμά τους, καθώς και για τη γενικότερη στήριξη των προτάσεων της Επιτροπής, γεγονός που σημαίνει ότι μπορούμε τώρα να επιστρέψουμε στη βιώσιμη αλιεία βραχυπρόθεσμα και να θέσουμε τέλος σε σπάταλες πρακτικές. Η νέα ΚΑΠ αποτελεί την κινητήρια δύναμη γι’ αυτό που χρειάζεται σήμερα περισσότερο η Ευρώπη: την επιστροφή των παράκτιων κοινοτήτων στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
Χάρη στην αναθεωρημένη ΚΑΠ θα εφαρμόζονται οι ίδιες αρχές και τα πρότυπα βιωσιμότητας όταν οι αλιείς της ΕΕ αλιεύουν σε ξένα ύδατα, ενώ η ΕΕ θα συνεχίσει να προωθεί τη βιώσιμη διαχείριση των πόρων στο πλαίσιο των διεθνών συμφωνιών. Τόσο η αλλαγή στον τρόπο διακυβέρνησης όσο και οι περιφερειακές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα επιτρέψουν στους ενδιαφερομένους και τα κράτη μέλη να καθορίσουν πολλές από τις λεπτομέρειες της καθημερινής διαχείρισης της αλιευτικής δραστηριότητας, δείχνουν καθαρά την έκταση των μεταρρυθμίσεων.
Η σημερινή ψηφοφορία είναι το αποκορύφωμα μιας μακροχρόνιας διαδικασίας, η οποία άρχισε με εκτενή δημόσια διαβούλευση, μετά την οποία η Επιτροπή παρουσίασε, το 2011, ένα φιλόδοξο πακέτο μεταρρυθμίσεων. Στις αρχές του έτους αντιπροσωπείες της Επιτροπής, του Συμβουλίου των Υπουργών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διεξήγαγαν γόνιμες διαπραγματεύσεις, οι οποίες κατέληξαν τον Μάιο στην επίτευξη συμφωνίας. Το Συμβούλιο των Υπουργών στήριξε ομόφωνα τη συμφωνία τον Οκτώβριο, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προέβη στην τελική ψηφοφορία για τη στήριξή της στη σημερινή σύνοδο ολομέλειας.
Ιστορικό
Πρωταρχικός στόχος της μεταρρύθμισης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής είναι να σταματήσει η υπεραλίευση και να γίνει η αλιεία περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμη. Επιδιώκει επίσης να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ένα καλύτερο μέλλον για τα ψάρια και τα προϊόντα αλιείας, καθώς και για το θαλάσσιο περιβάλλον από το οποίο αυτά εξαρτώνται. Στόχος της πολιτικής είναι να επανέλθει η αλιεία σε βιώσιμα επίπεδα, με την καλύτερη αξιοποίηση των γνώσεων και των επιστημονικών συμβουλών.
Επιδιώκει επίσης να στηρίξει τη βιώσιμη ανάπτυξη της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, να δημιουργήσει ευκαιρίες απασχόλησης στις παράκτιες περιοχές και, τέλος, να εξασφαλίσει την προσφορά ψαριών στους πολίτες της ΕΕ με υγιή και βιώσιμο τρόπο. Η μεταρρύθμιση συμβάλλει στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”, δεδομένου ότι προωθεί τις υψηλές οικονομικές επιδόσεις του κλάδου και τη μεγαλύτερη συνοχή στις παράκτιες περιοχές.
Τα πρώτα μέτρα για την αλιεία θεσπίστηκαν το 1970 από την τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα με σκοπό τη διαρθρωτική στήριξη και τη δημιουργία μιας κοινής αγοράς στον συγκεκριμένο κλάδο. Έκτοτε υπήρξαν αρκετές αλλαγές, ενώ η τελευταία μεταρρύθμιση της πολιτικής έγινε το 2002.